28ο Εθνικό Συνέδριο ΙΕΝΕ, “Ενέργεια & Ανάπτυξη 2024”
OTE Academy, 6-7 Νοεμβρίου 2024
Επισκόπηση και Συμπεράσματα Συνεδρίου, Αθήνα, Νοέμβριος 2024
Στις 6 και 7 Νοεμβρίου 2024 πραγματοποιήθηκε στο OTE Academy το καθιερωμένο ετήσιο Εθνικό Συνέδριο «Ενέργεια και Ανάπτυξη 2024» του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ). Το Συνέδριο είχε ως στόχο να υπογραμμίσει τις σοβαρές δυσκολίες που εμπεριέχει το εγχείρημα της ενεργειακής μετάβασης, ιδίως σε ένα περιβάλλον ενεργειακής κρίσης και δύο πολέμων που βρίσκονται σε εξέλιξη σε Ευρώπη και Μέση Ανατολή, και την ανάγκη για εξεύρεση λύσεων που θα βασίζονται σε δοκιμασμένες τεχνολογίες, οι οποίες θα είναι ανταγωνιστικές από πλευράς κόστους.
Το Εθνικό Συνέδριο Ενέργειας του ΙΕΝΕ, «Ενέργεια και Ανάπτυξη», που φέτος έκλεισε 28 χρόνια συνεχούς διοργάνωσης (ξεκίνησε το 1996 από τον κ. Kωστή Σταμπολή αρκετά πριν από την ίδρυση του ΙΕΝΕ), έχει αναδειχθεί σε θεσμό, με τη συμμετοχή κορυφαίων εκπροσώπων της πολιτικής και οικονομικής ζωής του τόπου, Ελλήνων και ξένων εμπειρογνωμόνων διεθνούς εμβέλειας και εξεχουσών προσωπικοτήτων από τον παγκόσμιο ενεργειακό χώρο που συνεισφέρουν στον ουσιαστικό διάλογο, προάγοντας έναν γόνιμο προβληματισμό σχετικά με όσα συμβαίνουν στο ζωτικό χώρο της ενέργειας.
Τους συνέδρους καλωσόρισε, εκ μέρους του ΙΕΝΕ, ο Πρόεδρος και Εκτελεστικός Διευθυντής του Ινστιτούτου, ο οποίος, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στη σημασία της ενέργειας, ως μέρος ενός ευρύτερου οικονομικού, κοινωνικού και περιβαλλοντικού συνόλου, εστίασε στο θέμα της ενεργειακής ασφάλειας και της εξασφάλισης αδιάκοπης, άφθονης και οικονομικά προσιτής ενέργειας, που έχει επανέλθει στην πρώτη γραμμή της ενεργειακής πολιτικής και επεσήμανε ότι η Ευρώπη και πολύ περισσότερο η Ελλάδα, βρίσκονται σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση, αφού η ενεργειακή εξάρτησή τους έχει εκτιναχθεί στο 63% και 80% αντίστοιχα.
Το Συνέδριο ολοκληρώθηκε με μεγάλη επιτυχία, με την συμμετοχή 75 και πλέον διακεκριμένων ομιλητών και συντονιστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό, οι οποίοι παρουσίασαν τη δυναμική και τις προοπτικές του ενεργειακού τομέα στο εσωτερικό και στη διεθνή σκηνή και προέβαλαν τις δυνατότητες προσαρμογής του στις νέες διεθνείς συνθήκες υπό τη σκιά του πολέμου στην Ουκρανία και της σύγκρουσης Χαμάς-Ισραήλ στη Μέση Ανατολή.
Η ενεργειακή μετάβαση ήταν στο επίκεντρο της συζήτησης, με ουσιώδη και πολλές φορές έντονη κριτική πάνω σε βασικούς άξονές της, όπως την υπέρογκη χρηματοδότηση που πρέπει να εξασφαλισθεί έως το 2050, με ενδιάμεσο στόχο το 2035, ώστε να πετύχουμε τους στόχους, την προσέλκυση επενδυτών και το κατάλληλο ενεργειακό μίγμα, αποφεύγοντας τις δυσλειτουργίες της ευρωπαϊκής ενεργειακής αγοράς και του target model, το θέμα των τιμών του ηλεκτρισμού και της μεγάλης μεταβλητότητάς που παρατηρείται.
Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η τοποθέτηση του Ειδικού Συμβούλου του Πρωθυπουργού για θέματα Ενέργειας, κ. Νίκου Τσάφου. Ο κ. Τσάφος επεσήμανε ότι η χώρα μας παρουσιάζει εικόνα υψηλών τιμών στη χονδρική πριν από τις αλλαγές που σημειώθηκαν από το 2015 και εντεύθεν και οι οποίες αναφέρονται, συχνά ως αιτίες για την ακρίβεια, όπως μεταξύ άλλων, την εφαρμογή της πολιτική για την απολιγνιτοποίηση, τη λειτουργία του χρηματιστηρίου της ενέργειας, το Target Model και την εξυγίανση της ?ΕΗ. Μάλιστα, υπογράμμισε ότι η λύση του προβλήματος είναι η αναθεώρηση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, του Target Model, σε συνδυασμό με τη μαζικότερη διείσδυση ΑΠΕ, την προσθήκη ευελιξίας στο σύστημα και τις νέες ηλεκτρικές διασυνδέσεις με τις αγορές της ΝΑ Ευρώπης.
Επίσης, υπήρξε συμμετοχή και εκπροσώπηση όλων των μεγάλων εταιρειών και οργανισμών του ενεργειακού τομέα της χώρας, δηλαδή των βασικών παικτών της αγοράς, οι οποίοι έδωσαν μια σφαιρική εικόνα του ενεργειακού γίγνεσθαι και ανέλυσαν διεξοδικά τόσο τις διεργασίες που επιτελούνται και σχεδιάζονται όσο και τις προκλήσεις που εμφανίζονται στον ενεργειακό τομέα.
Στο Συνέδριο αναδείχτηκαν και παρουσιάστηκαν με λεπτομέρεια όλες οι κομβικές παράμετροι που αφορούν στην ενέργεια, στο περιβάλλον και στην οικονομία. Παράλληλα, εξετάστηκαν τα ζητήματα των ενεργειακών υποδομών και ο στρατηγικός ρόλος του φυσικού αερίου και του LNG στην παγκόσμια και περιφερειακή ενεργειακή τροφοδοσία, όπως και τα προβλήματα στην αγορά ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου στη ΝΑ Ευρώπη.
Επιπλέον, η φυσική παρουσία και η διαδικτυακή συμμετοχή ενός ικανού αριθμού προσκεκλημένων ομιλητών από τη Γαλλία, το Ην. Βασίλειο, την Δανία, την Βουλγαρία και το Ισραήλ, μεταξύ άλλων, βοήθησε να γίνουν κατανοητές οι τρέχουσες εξελίξεις σε διεθνές, ευρωπαϊκό και περιφερειακό επίπεδο.
Διεθνείς Ενεργειακές Τάσεις
Σημείο αναφοράς του Συνεδρίου του ΙΕΝΕ υπήρξε, για άλλη μία φορά, η παρουσίαση του τελευταίου World Energy Outlook (WEO) 2024, που εκδόθηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΙΕΑ) τον περασμένο Οκτώβριο. Το WEO 2024 παρουσιάστηκε από τον αναλυτή κ. Oskaras Alsauskas, που συμμετέχει στην ομάδα modelling του IEA.
Τα βασικότερα συμπεράσματα της μελέτης αναφοράς του ΙΕΑ μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
- Πιο αποτελεσματικά, καθαρότερα ενεργειακά συστήματα μπορούν να μειώσουν τους κινδύνους της ενεργειακής ασφάλειας.
- Η κορύφωση των εκπομπών CO2 αναμένεται έως το 2025, αλλά μετά από αυτό το ορόσημο, οι εκπομπές CO2 δεν θα μειωθούν σημαντικά, εκτός εάν οι κυβερνήσεις λάβουν περισσότερα μέτρα για να ενισχύσουν τις σχετικές δράσεις.
- Μετά την εκλογή Τράμπ, ο ΙΕΑ έχει ήδη αναπροσαρμόσει τα σενάριά του για τις αγορές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου προς τα πάνω, εκτιμώντας ότι οι πολιτικές που θα εφαρμοστούν για τα ορυκτά καύσιμα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, θα είναι πιο φιλικές.
- Η πιο φιλική πολιτική που αναμένεται να εφαρμοστεί από τον Ντόναλντ Τράμπ για τα ορυκτά καύσιμα δεν σημαίνει ότι θα αλλάξουν πολλά στο εσωτερικό των ΗΠΑ, αφού και επί διακυβέρνησης του Μπάιντεν πραγματοποιούνταν κανονικά γεωτρήσεις για σχιστολιθικό φυσικό αέριο, απλώς με τη νέα διοίκηση πιθανόν να έχουμε ακόμη πιο φιλική αντιμετώπιση. Μάλιστα, επί διοίκησης Μπάιντεν, προχώρησαν κανονικά και αναμένεται σύντομα να τεθούν σε λειτουργία και οι νέοι εξαγωγικοί τερματικοί σταθμοί για LNG των Ηνωμένων Πολιτειών.
- Στην αγορά LNG, δεν αναμένονται σημαντικές εκπλήξεις αφού είναι σαφές ότι η Ευρώπη αποτελεί αυτή τη στιγμή έναν μεγάλο πελάτη της αμερικανικής βιομηχανίας LNG, status που δύσκολα θα θελήσει να διαφοροποιήσει ο νέος Αμερικανός πρόεδρος. Δηλαδή δεν αναμένεται να εφαρμοστούν πολιτικές που να διακινδυνεύσουν το σημαντικό μερίδιο αγοράς του αμερικανικού φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή αγορά.
- Ειδικά για το φυσικό αέριο, δεν προβλέπεται να υπάρξουν δραματικές αλλαγές και στο κομμάτι της τιμής. Το γεγονός ότι το αμέσως επόμενο διάστημα θα προστεθεί στην αγορά νέα δυναμικότητα παραγωγής από τις ΗΠΑ, το Κατάρ και την Αυστραλία, αναμένεται να πιέσει προς τα κάτω τις τιμές, χωρίς η εκλογή Τράμπ να διαφοροποιεί τα δεδομένα.
Ηλεκτρισμός
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχει μεγάλη ανάγκη ανασχεδιασμού των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και επίλυσης των βασικών προβλημάτων που δημιουργούν στρεβλώσεις. Αυτή τη στιγμή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει λάβει ένα πακέτο μέτρων με τη μορφή οδηγιών, τις οποίες το κάθε κράτος μέλος πρέπει να προσαρμόσει στην νομοθεσία του έως τον Ιανουάριο του 2025. Μέτρα πάνω στα διμερή συμβόλαια, την δημιουργία capacity markets, υποχρεώσεις διευκόλυνσης ρίσκου για τους επενδυτές, προστασία των καταναλωτών και μεγαλύτερο μέρος συμμετοχής τους στην αγορά. Το πρόβλημα είναι ότι οι ευρωπαϊκές οδηγίες αυξάνουν ακόμη περισσότερο το ρυθμιστικό πλαίσιο και την λειτουργία της αγοράς, βάσει ενός περίπλοκου ρυθμιστικού μοντέλου και όχι βάσει ανταγωνιστικών διαδικασιών.
Το ευρωπαϊκό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας φάνηκε πρόσφατα ότι έχει δυσλειτουργίες, ενώ το δίκτυο δεν χρησιμοποιείται με όλες τις δυνατότητές του. Η ανάπτυξη διεθνών διασυνδέσεων αλλά και η αποτύπωση των πλεονεκτημάτων και των ενεργειακών ιδιαιτεροτήτων κάθε ευρωπαϊκής χώρας θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη ενός πιο ολοκληρωμένου ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος και στην μείωση της στοχαστικότητας των ΑΠΕ, στην βελτιστοποίηση της λειτουργίας του συστήματος αλλά και στην ευελιξία του.
Ο Δρ. Βασίλης Γκουντής, Διευθυντής Διαχείρισης Αγοράς του ΑΔΜΗΕ, υπογράμμισε ότι ο Ανεξάρτητος Διαχειριστής έχει δείξει ότι είναι διαρκής αρωγός στην πράσινη μετάβαση της χώρας και την προώθηση συνθηκών μιας νέας ενεργειακής πραγματικότητας που θα εξασφαλίσει την προστασία του περιβάλλοντος καθώς και την ενεργειακή ασφάλειά της. Εστίασε, ακόμη στην αναγκαιότητα δημιουργίας νέων δικτύων τα οποία χαρακτήρισε απολύτως σημαντικά για τη μετάβαση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Τον τόνο στην πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση περί της τρέχουσας κατάστασης στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού έδωσε ο κ. Παντελής Μπίσκας, Καθηγητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Μηχανικών Υπολογιστών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), ο οποίος προέβη στην παρουσίαση και ανάλυση της πρότασης για τη δημιουργία μικρών πυρηνικών αντιδραστήρων (SMR) στην Ελλάδα, υπό το φως της σχετικής τοποθέτησης του πρωθυπουργού τον περασμένο Ιούλιο.
Ο κ. Μπίσκας ανέλυσε τα υπέρ και τα κατά της τεχνολογίας αυτής, ενώ ανέπτυξε και τέσσερα σενάρια για την πιθανή προσθήκη τέτοιων μονάδων στην χώρα μας. Όπως είπε, με αυτό τον τρόπο, η Ελλάδα θα μπορούσε να εξάγει 2 TWh ετησίως και συμπέρανε ότι μια τέτοια τεχνολογία θα είχε σημαντική θετική επίπτωση στην χώρα μας, αφού θα οδηγούσε σε μείωση των τιμών της ενέργειας για τον τελικό καταναλωτή.
Από την πλευρά του, ο κ. Αλέξανδρος Παπαγεωργίου, Διευθύνων Σύμβουλος του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας (ΕΧΕ), υποστήριξε ότι η Ελλάδα υπήρξε ανέκαθεν πιο ακριβή αγορά χονδρικής και ότι για την ενεργειακή ακρίβεια δεν ευθύνεται το Target Model. Είπε, ακόμη, ότι πριν από το 2021, όταν υιοθετήθηκε το «Μοντέλο-Στόχος», το χάσμα με τις τιμές χονδρικής στην Γερμανία βρισκόταν στο 70%, ενώ τώρα έχει μειωθεί κάτω από το 30%. Υποστήριξε ότι κακώς η Ελλάδα θεωρείται χρηματιστηριακή αγορά στον ηλεκτρισμό, αφού μόνο ένα 5% των ποσοτήτων ρεύματος συναλλάσσεται στην προημερήσια αγορά, για να καταλήξει λέγοντας πως η λιανική θα έπρεπε να είναι ο «ήρεμος βυθός» και η χονδρική η «τρικυμισμένη επιφάνεια», προκειμένου να καταδείξει ότι στη χώρα μας δημιουργήθηκε ένα μοναδικό φαινόμενο, η λιανική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας να συνδέεται με της διακυμάνσεις της χονδρικής. «Το Target Model δεν φτιάχτηκε για να δίνει σήματα στην αγορά λιανικής», επισήμανε χαρακτηριστικά.
Το λόγο πήρε, στη συνέχεια, ο κ. Ανδρέας Πετροπουλέας, Διευθυντής Διαχείρισης Ενέργειας της Elpedison, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η Ελλάδα είναι η 18η πιο ακριβή αγορά στην ΕΕ, την ώρα που το κόστος παραγωγής είναι στα €0.22/MWh και στην Γερμανία στα €0.40/MWh. Έφερε, μάλιστα, ως παράδειγμα ένα τυπικό λογαριασμό κατανάλωσης ρεύματος για μια 4μελή οικογένεια, για να δείξει ότι ο Έλληνας καταναλωτής πληρώνει πολύ χαμηλές τιμές για την ενέργεια, αλλά καταλήγει να θεωρεί ότι πληρώνει υπέρμετρο κόστος. «Μια τυπική 4μελής οικογένεια στη χώρα πληρώνει €120-€140 μηνιαίως σε τηλεπικοινωνιακά τέλη αλλά κανείς δεν διαμαρτύρεται», είπε χαρακτηριστικά. Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι για κάθε αύξηση €10/MWh στην τιμή της προμήθειας, ο καταναλωτής επιβαρύνεται με μόλις €3.
Στη συνέχεια, ο κ. Αντώνης Κοντολέων, Πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, τόνισε ότι «η κυριότερη στρέβλωση στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού είναι η διασύνδεση της λιανικής με την χονδρική τιμή», συμφωνώντας με τον κ. Πετροπουλέα. Με αυτόν τον τρόπο, όπως υπογράμμισε, ο παραγωγός «χετζάρεται» από τα οικιακά τιμολόγια του ρεύματος αφού μετακυλίει το ρίσκο στον καταναλωτή, αυξάνοντας τις τιμές. Πρόσθεσε ότι ο φόρος που επιβλήθηκε τον περασμένο Αύγουστο στο φυσικό αέριο αύξησε το μεταβλητό κόστος της ενέργειας, ενώ τόνισε ότι οι ΑΠΕ και οι διασυνδέσεις δεν πρόκειται να ρίξουν τις τιμές στο κοντινό μέλλον, παρά μόνο όταν θα καταφέρουν να καθορίζουν την οριακή τιμή συστήματος. Επιπλέον, εξέφρασε την άποψη ότι είναι άστοχο να υποστηρίζουν διάφοροι κύκλοι στην Ελλάδα ότι οι υψηλές τιμές δεν αποτελούν πρόβλημα για την ενεργοβόρο βιομηχανία και αντέτεινε ότι το υψηλό κόστος αποτελεί τροχοπέδη για τις βιομηχανίες υψηλής εντάσεως ενέργειας.
Φυσικό Αέριο
Το φυσικό αέριο παραμένει ένα mainstream καύσιμο αργής μετάβασης, ενώ όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν άνοδο της ζήτησης φυσικού αερίου τα επόμενα χρόνια, παρά το γεγονός ότι οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν διπλασιαστεί σε σχέση με τα προηγούμενα έτη. Παράλληλα, οι έρευνες για εκμετάλλευση φυσικού αερίου θα αυξηθούν παγκοσμίως, ενώ μετά το 2027 θα δούμε μια έκρηξη στην ανάπτυξη νέων υποδομών στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Δεν είναι τυχαίο ότι αυξάνονται οι παραγγελίες για ναυπήγηση νέων πλοίων LNG.
Παρά το γεγονός ότι υπάρχει μεταβλητότητα στις τιμές φυσικού αερίου, κυρίως λόγω της κρίσης και της αβεβαιότητας του Ρωσο-Ουκρανικού πολέμου και εξαιτίας της αύξησης εισαγωγών LNG και της παράλληλης μείωσης προμήθειας φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου από αγωγούς, οι τιμές εκτιμάται ότι θα παραμείνουν σταθερές και στα ίδια επίπεδα σε μεσο-βραχυπρόθεσμο διάστημα. Ιδίως μάλιστα από τον Απρίλιο του 2025 μπορεί να δούμε και μείωση των τιμών του φυσικού αερίου. Αυτό θα εξαρτηθεί από τις ανάγκες του κτιριακού τομέα σε θέρμανση και τις κλιματολογικές συνθήκες, οι οποίες θα επικρατήσουν τον χειμώνα που έρχεται. Από την άλλη, είναι σημαντικό ότι το LNG αυξάνει την ανταγωνιστικότητα εξαιτίας της ευελιξίας του και έτσι αυτό οδηγεί και στην σύγκλιση των τιμών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Στην Ελλάδα, η εμπορική λειτουργία του FSRU στην Αλεξανδρούπολη από την 1η Οκτωβρίου του 2024 ενισχύει ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες για μεγαλύτερη ασφάλεια αλλά και προμήθεια φυσικού αερίου προς το βορά. Το FSRU στην Αλεξανδρούπολη θα φτάσει στην πλήρη δυναμικότητά του σε μερικούς μήνες, ενώ το φυσικό αέριο κατευθύνεται αποκλειστικά προς την Βουλγαρία και αργότερα βορειότερα προς την ευρύτερη περιοχή. Είναι δε ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι το 25% της δυναμικότητας του FSRU στην Αλεξανδρούπολη στην πλήρη λειτουργία του θα προέρχεται από τις ΗΠΑ.
Ειδικότερα, ο κ. Κωστής Σιφναίος, Αντιπρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Gastrade, υποστήριξε ότι υπάρχει γεωστρατηγική και εμπορική αξία στις αγορές της ΝΑ Ευρώπης, αφού η ζήτηση αναμένεται να υπερβεί τα 8-10 δισ. κυβικά μέτρα μετά τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και επομένως, η διείσδυση του φυσικού αερίου στην περιοχή θα δημιουργήσει νέο παράθυρο ευκαιρίας.
Από την πλευρά του, ο κ. Σωτήρης Μπράβος, Ανώτατος Διευθυντής Εμπορικών Υπηρεσιών του ΔΕΣΦΑ, στάθηκε στο γεγονός ότι η αγορά στρέφεται με ολοένα και πιο αυξανόμενο ρυθμό στο LNG, στη σκιά της απειλής από μια πλήρη διακοπή των προμηθειών από την Ρωσία, ενώ τόνισε ότι τα μερίδια του ρωσικού φυσικού αερίου στην πύλη εισόδου του Σιδηροκάστρου, μειώθηκε τον Οκτώβριο στο 50%, από 65% τον Σεπτέμβριο, με το αντίστοιχο ποσοστό για το 10μηνο να διαμορφώνεται στο 60%.
Ο κ. Νίκος Σάτρας, επικεφαλής του τμήματος φυσικού αερίου της Μοtor Oil, υπογράμμισε την ανάγκη η χώρα να αποκτήσει και δεύτερο σταθμό εισόδου LNG στον Νότο, καθώς η αναλογία με τις εγκαταστάσεις στην Βόρεια Ελλάδα είναι 1 προς 4 που σημαίνει ότι σε περίπτωση που υπάρξει οποιοδήποτε πρόβλημα, θα υπονομευτεί η ενεργειακή μας ασφάλεια. Επίσης, ο κ. Γιώργος Σάτλας, Co-Chief Executive Officer του ICGB, τόνισε ότι οι υποδομές θα πρέπει να είναι έτοιμες όταν τις χρειαστούμε και υποστήριξε πως υπάρχει σοβαρό έλλειμμα αποτελεσματικού ρυθμιστικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ που επηρεάζει τις επενδυτικές αποφάσεις.
Επίσης, τονίστηκε η ανάγκη ανάπτυξης του Vertical Corridor, με επενδύσεις στη ΝΑ Ευρώπη, ανεξαρτήτως των αποτελεσμάτων των market test. Το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο και η μη λήψη συγκεκριμένων μέτρων, πολιτικών και σχεδιασμού από την ΕΕ εμποδίζει τις επενδυτικές προσπάθειες προς ανάδειξη της περαιτέρω δυναμικότητας των υποδομών του Vertical Corridor. Ωστόσο, οι υποδομές από τον νότο προς το βορά και αντίστροφα είναι αναγκαίες για την ασφάλεια προμηθειών, ενώ όταν παρουσιασθεί η ανάγκη θα πρέπει η ΕΕ να είναι έτοιμη να ανταπεξέλθει στη ζήτηση και στις συγκυρίες που θα εμφανισθούν.
Παράλληλα, ο κ. Γιώργος Πολυχρονίου, Executive Director Strategy and Business Development της ΔΕΠΑ Εμπορίας, υποστήριξε πως έως το 2025 οι τιμές φυσικού αερίου θα παραμείνουν ως έχουν και ότι αναμένει πτώση τους από το 2026. Τόνισε, όμως, ότι οι προβλέψεις επηρεάζονται από τις εκάστοτε εξελίξεις και υπογράμμισε την επικείμενη διακοπή της τροφοδοσίας από την Ουκρανία ως έναν τέτοιο παράγοντα που θα επιδράσει, πιθανώς, στις εκτιμήσεις για το pricing του καυσίμου.
Από την πλευρά της, η κα. Katja Yafimava, Senior Research Fellow στο Oxford Institute for Energy Studies, ανέφερε ότι δεν αναμένει μειώσεις των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, ενώ πρόσθεσε ότι δεν διαβλέπει πιθανότητα να υπάρξει διαφοροποίηση των προμηθειών στο προσεχές χρονικό διάστημα. Ακόμη, ο κ. Αλέξανδρος Λαγάκος, Διευθύνων Σύμβουλος της Molgas Greece, αποστασιοποιήθηκε από τη θέση περί σταθεροποίησης των τιμών καθόλο το επόμενο έτος και υποστήριξε πως διαβλέπει μικρή υποχώρησή τους μετά το δεύτερο μισό του χειμώνα λόγω πιθανής διαφοροποίησης της προσφοράς και ζήτησης, ήτοι των θεμελιωδών δεδομένων της αγοράς. Τόνισε, ωστόσο, ότι το μεγάλο ερωτηματικό είναι αν θα υπάρξει μεταβολή στην οικιακή ζήτηση αναλόγως των καιρικών συνθηκών που θα επικρατήσουν, ενώ υπογράμμισε ότι το LNG είναι συνυφασμένο με την ευελιξία. Τέλος, ο κ. Max Vauthier, Managing Director της LNG Value Ltd, κινήθηκε στο ίδιο μήκος κύματος και υποστήριξε ότι οι τιμές θα εξαρτηθούν από τη βαρύτητα του επερχόμενου χειμώνα.
Υδρογονάνθρακες
Ένα ακόμη συμπέρασμα από τις παρουσιάσεις και τις συζητήσεις που έγιναν κατά την διάρκεια του φετινού Συνεδρίου είναι η αναγκαιότητα επίσπευσης των σεισμικών και διερευνητικών ερευνών για τον εντοπισμό πιθανών σημαντικών στόχων υδρογονανθράκων στον ελληνικό χερσαίο και υποθαλάσσιο χώρο και επισημάνθηκε ότι τυχόν ανακάλυψη, κυρίως φυσικού αερίου, θα έδινε στη χώρα πολύτιμη οικονομική ανάσα για τα επόμενα 30-40 χρόνια.
Ο κ. Αριστοφάνης Στεφάτος, Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ), αναφέρθηκε αρχικά στο θέμα των υδρογονανθράκων και είπε ότι τα τελευταία χρόνια η έρευνά τους εστιάζεται κατά κύριο λόγο σε υποθαλάσσιες περιοχές που είναι απομακρυσμένες από την ηπειρωτική Ελλάδα, χαρακτηρίζονται από σχετικά μεγάλα βάθη και δεν είχαν εξερευνηθεί ποτέ άλλοτε στο παρελθόν.
Αυτή η έρευνα αφορά σε δυνητικά, όπως τόνισε, κοιτάσματα, για να προσθέσει ότι από τα έως σήμερα δεδομένα που έχουν συλλεγεί η χώρα μας διαθέτει έναν αριθμό δυνητικών στόχων που αξίζει να ελεγχθούν για ερευνητικές γεωτρήσεις για να επιβεβαιωθεί ή να απορριφθεί το ενδεχόμενο να κρύβουν παγιδευμένους, σημαντικούς όγκους φυσικού αερίου.
«Δεδομένου ότι όλες οι εκτιμήσεις μας σήμερα για τη ζήτηση φυσικού αερίου υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να περιμένουμε μια αύξησή της κατά τα επόμενα 10 έτη αλλά και οι προβολές για το 2050 ουσιαστικά δεν υποστηρίζουν σημαντική μείωση της ζήτησης (φυσικού αερίου), με κάποιες μικρές εξαιρέσεις (οι πτώσεις δεν είναι σημαντικές) το φυσικό αέριο αναμένουμε ότι θα παίξει και θα συνεχίσει να παίζει το ρόλο του μεταβατικού καυσίμου στην προσπάθεια που κάνουμε όλοι για την ενεργειακή μετάβαση», είπε για να προσθέσει «Συνεπώς, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι ενδεχόμενη εγχώρια παραγωγή υδρογονανθράκων (στην περίπτωσή μας, φυσικού αερίου) είναι κρίσιμη για δύο λόγους. Για την ενεργειακή μας ασφάλεια και την οικονομική βιωσιμότητα της ενεργειακής μετάβασης σε εθνικό επίπεδο».
Ο κ. Στεφάτος αναφέρθηκε ακόμη και στο πετρέλαιο, λέγοντας ότι σε περίπτωση που ανακαλυφθούν κοιτάσματα, κάτι που, όπως τόνισε, δεν μπορεί να αποκλειστεί ως ενδεχόμενο, η σημασία τους θα είναι λιγότερο κρίσιμη όσον αφορά στην ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, σε βάθος χρόνου, όμως υποστήριξε ότι δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι θα ενισχύσει την εθνική οικονομία, αφού θα αντικαταστήσει τις ποσότητες πετρελαίου που εισάγουμε για την παραγωγή πετροχημικών προϊόντων από τα διυλιστήρια και την πετροχημική βιομηχανία της χώρας. «Με αυτό τον τρόπο, θα βελτιώσουμε το ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών της χώρας μας», είπε χαρακτηριστικά.
Ακόμη, ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΔΕΥΕΠ, υποστήριξε ότι μια εγχώρια παραγωγή υδρογονανθράκων θα μας τροφοδοτήσει με υδρογονάνθρακες χαμηλού ή χαμηλότερου αποτυπώματος άνθρακα, συγκριτικά με αυτούς που θα εισάγουμε και τούτο, επειδή αφενός τα χαρακτηριστικά των κοιτασμάτων που αναμένουμε να εμπεριέχουν ξηρό φυσικό αέριο έχουν πολύ μικρότερο αποτύπωμα άνθρακα και αφετέρου, ότι δεν θα χρειαστεί να διανύουν μεγάλες αποστάσεις αφού δεν θα εισάγονται από άλλες αγορές!
«Συνεπώς, και σε αυτό το επίπεδο θα υπάρχει μια μικρή βελτίωση. Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι σε περίπτωση επιτυχίας των ερευνών, η δυνητική παραγωγή υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, αναμένουμε να λειτουργήσει ως ένας καταλυτικός και σταθεροποιητικός παράγοντας για την ενεργειακή μετάβαση, ενώ τα αμιγώς οικονομικά οφέλη αναμένεται να συνεισφέρουν και πέραν από την ενεργειακή μετάβαση, στην ενίσχυση των δυνατοτήτων της εθνικής οικονομίας να αντιμετωπίσει το κόστος των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Είναι ένας παράγοντας που στο παρελθόν, δεν είχε συνυπολογιστεί», κατέληξε.
Σύμφωνα με τον κ. Στεφάτο, οι έως τώρα διαθέσιμες ενδείξεις συνηγορούν στην υπόθεση ότι οι ποσότητες υδρογονανθράκων υπό εκτίμηση, υπερβαίνουν την εθνική ζήτηση στην Ελλάδα, ενώ επεσήμανε και το γεγονός ότι τυχόν ανακάλυψή τους, θα ενισχύσει την επιρροή της χώρας σε περιφερειακό επίπεδο ιδίως σε αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη χρονική συγκυρία.
Επίσης, η κα. Τερέζα Φωκιανού, Εταίρος και Πρόεδρος της Επιτροπής Upstream του ΙΕΝΕ, ξεκίνησε την ομιλία της παρουσιάζοντας τις υφιστάμενες και σχεδιαζόμενες εξορύξεις των διεθνών κολοσσών ορυκτών καυσίμων, καθώς και τις πρακτικές τους όσον αφορά στην επιλογή και διαχείριση των οικοπέδων που αναλαμβάνουν. Ένα σημαντικό ζήτημα είναι ο διττός ρόλος των υδρογονανθράκων στην παρούσα συγκυρία. Αφενός, η παραγωγή των ορυκτών καυσίμων παρέχει ενεργειακή ασφάλεια, καλύπτοντας τα κενά που προκύπτουν στο ενεργειακό μίγμα εξαιτίας της διακεκομμένης λειτουργίας των ΑΠΕ. Αφετέρου, τα κέρδη των ορυκτών καυσίμων αποτελούν μία ιδανική πηγή χρηματοδότησης για τις υψηλότατες επενδύσεις που απαιτούνται για την υλοποίηση της πράσινης μετάβασης. Ως εκ τούτου, οι υδρογονάνθρακες πρόκειται να συνεχίσουν να διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο κατά τις επόμενες δεκαετίες.
Ο κ. Amit Mor, CEO της ECO Energy, συνδέθηκε από το εμπόλεμο Ισραήλ, εξηγώντας την επιρροή της τρέχουσας σύγκρουσης, αλλά και των γεωπολιτικών αναταραχών ευρύτερα στην παραγωγή ορυκτών καυσίμων. Οι συνεχείς απειλές εναέριων επιθέσεων στις πλατφόρμες εξορύξεων που βρίσκονται στη θαλάσσια περιοχή του Ισραήλ έχουν σηματοδοτήσει τη διακοπή ή τη μείωση της παραγωγής, έχοντας ως συνέπεια και τη μείωση των εξαγωγών προς γειτονικά κράτη. Η Αίγυπτος επλήγη ιδιαίτερα από τη συγκεκριμένη εξέλιξη, αντιμετωπίζοντας μία περίοδο έντονης ενεργειακής ανασφάλειας. Λαμβάνοντας αυτά υπόψη, η είσοδος των ΑΠΕ στα ενεργειακά μίγματα των κρατών λειτουργεί σαν αντίβαρο στους υδρογονάνθρακες, με τις διαφορετικές πηγές ενέργειας να διασφαλίζουν την ομαλή παροχή προς τους καταναλωτές.
Η συζήτηση έκλεισε με την παρουσίαση του Δρ. Κωνσταντίνου Νικολάου, Ανεξάρτητου Ενεργειακού Συμβούλου, η εμπειρία του οποίου στον κλάδο των ορυκτών καυσίμων τού επέτρεψε να σκιαγραφήσει τη γκρίζα πραγματικότητα για την ανάπτυξη των ελληνικών κοιτασμάτων. Στην αρχή της οικονομικής κρίσης, η ελληνική ηγεσία είχε αντιληφθεί την κρισιμότητα των υδρογονανθράκων, επιχειρώντας να ξεκινήσει σταδιακά την αξιοποίησή τους. Ωστόσο, οι χρόνιες παθήσεις του ελληνικού κράτους, όπως η αντιπαραγωγική δικομανία και η πολιτική απροθυμία, έχουν οδηγήσει σε ουσιαστικό ναυάγιο σχεδόν όλες τις έρευνες για ορυκτά καύσιμα που είχαν δρομολογηθεί. Μάλιστα, ακόμα και οι διεθνείς κολοσσοί αναγκάστηκαν να «σηκώσουν τα χέρια ψηλά» μετά από όσα βίωσαν κατά την επαφή τους με τις ελληνικές αρχές, εγκαταλείποντας τα οικόπεδα που είχαν αναλάβει, κάτι ενδεχομένως πρωτοφανές στα διεθνή δεδομένα. Εξίσου καταστροφική και η αμφίσημη, αν όχι εχθρική, στάση των ελληνικών κυβερνήσεων προς τους ενδιαφερόμενους. Δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων, ακόμα και στα υψηλότερα επίπεδα, σχετικά με την αντίθεσή τους προς την εξόρυξη του ορυκτού πλούτου της Ελλάδας οδήγησαν τους επενδυτές σε γρήγορη οπισθοχώρηση προκειμένου να μην σπαταλήσουν μάταια τα κεφάλαια και τον χρόνο τους.
Όπως σημειώθηκε, η παραγωγή ορυκτών καυσίμων στην Ελλάδα θα μπορούσε να ανατρέψει σε μεγάλο βαθμό τον μέχρι σήμερα ρόλο της στο ενεργειακό σύστημα της Ανατολικής Μεσογείου. Παρόλο που η Ελλάδα δύσκολα θα γίνει μία «δεύτερη Σαουδική Αραβία», καθώς οι ποσότητες υδρογονανθράκων παραμένουν ασαφείς, η εγχώρια παραγωγή και η ικανότητα εξαγωγών σίγουρα θα βελτίωνε το εμπορικό ισοζύγιό της. Αντιθέτως, η σημερινή κατάσταση φαίνεται να εγκλωβίζεται στην ίδια παγίδα που έπιασε τους Ευρωπαίους το 2022. Η εξάρτηση εισαγωγής καυσίμων από έναν μεγάλο προμηθευτή, όπως η Ρωσία παλιότερα ή οι ΗΠΑ στην παρούσα συγκυρία, κρύβει τον κίνδυνο της εκμετάλλευσης αυτής της αδυναμίας. Αν και η Ουάσιγκτον παραμένει σύμμαχος των Βρυξελλών γενικά και της Ελλάδας πιο συγκεκριμένα, οφείλει κανείς να θυμάται πως το κάθε κράτος αποφασίζει με βάση το τι θεωρεί ως συμφέρον του, ειδικά όταν ο συνομιλητής είναι, πλέον, ένας έμπειρος επιχειρηματίας που καυχιέται για τις διαπραγματευτικές του ικανότητες.
ΑΠΕ, Δίκτυα & Εξοικονόμηση Ενέργειας
Στο συγκεκριμένο συνέδριο αναλύθηκαν οι σημερινές και μελλοντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ελληνικό αλλά και το ευρωπαϊκό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας εξαιτίας της εισόδου των ΑΠΕ στο σύστημα, καθιστώντας την ανάγκη για μεγάλες επενδύσεις αναβάθμισης επιτακτικές. Επίσης, παρουσιάστηκαν οι ευκαιρίες που υπάρχουν μέσω των ενεργειακών διασυνδέσεων, με την Ελλάδα να συνδέεται με νέες αγορές, όπως η Γερμανία και η Αίγυπτος για τις ΑΠΕ.
Το πλέον φιλόδοξο σχέδιο που συζητείται στον τομέα των διεθνών ηλεκτρικών διασυνδέσεων είναι το Green Aegean, με κόστος που θα κυμανθεί στα €8-€12 δισ. Είναι μια διασύνδεση που θα ποντιστεί στην Δυτική Ελλάδα προς την Αδριατική και από κει προς την Νότια Γερμανία. Σύμφωνα με πρώτες εκτιμήσεις της υπό εξέλιξη προκαταρκτικής μελέτης σκοπιμότητας (pre-feasibility study) που εκπονεί η Grant Thorton για λογαριασμό του ΑΔΜΗΕ, το έργο αυτό καθίσταται βιώσιμο υπό συνθήκες και παραδοχές. Τα τελικά αποτελέσματα, όπως ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Αντιπρόεδρος της Grant Thornton, κ. Νίκος Φρυδάς, αναμένεται να ανακοινωθούν περί τα μέσα Δεκεμβρίου από τον ΑΔΜΗΕ, όπου και θα αποτυπωθούν επακριβώς τα «νούμερα» του έργου ως προς την βιωσιμότητά του.
Επιπλέον, με γοργούς ρυθμούς προχωρά το mega project Gregy του Ομίλου Κοπελούζου για την ηλεκτρική σύνδεση μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, με παράλληλη ανάπτυξη πράσινων μονάδων ΑΠΕ που θα τροφοδοτούν με φθηνή ενέργεια το έργο. Όπως ανέφερε στο συνέδριο ο επικεφαλής της επιχειρηματικής μονάδας ΑΠΕ του Ομίλου Κοπελούζου κ. Γιάννης Καρύδας, εντός του 2024 αναμένεται να ανατεθούν οι απαραίτητες μελέτες για το έργο, ενώ εφόσον όλα κυλήσουν ομαλά και ληφθεί το 2025 η τελική επενδυτική απόφαση, τότε το έργο αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το 2031. Μάλιστα, στο σχετικό δημόσιο διαγωνισμό για την ανάθεση των μελετών υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον και παρουσιάστηκαν πάνω από 20 προτάσεις. Στόχος του promoter του έργου είναι η συγχρηματοδότηση σε ποσοστό έως και 50% του κόστους των μελετών από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Connecting Europe Facility.
Μέχρι το 2031 που αναμένεται η λειτουργία της διασύνδεσης, στόχος είναι να έχει ολοκληρωθεί και η κατασκευή του 50% των 9.5 GW έργων ΑΠΕ που θα τροφοδοτούν το καλώδιο με φθηνή πράσινη ενέργεια. Από αυτά, το 75% θα αποτελείται από αιολικά πάρκα, ενώ τα υπόλοιπα θα είναι φωτοβολταϊκά, με την υλοποίηση να γίνεται μέσω ειδικού φορέα (SPV) που θα συσταθεί από τον Όμιλο Κοπελούζου. Η Αίγυπτος προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα για τα έργα ΑΠΕ, όπως το χαμηλό κόστος ανάπτυξης λόγω πιο επίπεδου εδάφους, οι ευνοϊκές συνθήκες αδειοδότησης και το υψηλό αιολικό δυναμικό. Η ενέργεια που θα παραχθεί θα είναι συνεχής και αξιόπιστη και θα έχει χαρακτηριστικά που θα πλησιάζουν το baseload φορτίο.
Ο κ. Σταύρος Παπαθανασίου, καθηγητής στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών στον Τομέα Ηλεκτρικής Ισχύος στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, υπογράμμισε την ανάγκη μετάβασης σε νέα σχήματα στήριξης της αγοράς των ΑΠΕ για την αντιμετώπιση των περικοπών και των αρνητικών τιμών. Ο κ. Παπαθανασίου τόνισε εξαρχής στην ομιλία του ότι η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ στη χώρα φέρνει νέες προκλήσεις, που απαιτούν κρίσιμες αλλαγές. «Χωρίς ενίσχυση των δικτύων και την εφαρμογή λύσεων για τη διαχείριση της συμφόρησης, το ηλεκτρικό σύστημα θα φτάσει σε κορεσμό έως το 2025», σημείωσε.
«Οι περικοπές επηρεάζουν τα έργα, καθώς όταν σημειώνονται μηδενικές ή αρνητικές τιμές αγοράς, υπάρχει απώλεια εσόδων. Σε συνθήκες 100% διείσδυσης, το 20% του χρόνου ενδέχεται να υπάρχουν μηδενικές τιμές, με επιπτώσεις για τις επενδύσεις», πρόσθεσε στη συνέχεια. «Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό, είναι απαραίτητο να μεταβούμε σε σχήματα στήριξης μη βασισμένα στην παραγωγή, όπως τα capability-based ή τα financial CFDs, που συνδέονται με την παραγωγική ικανότητα του έργου και όχι με την πραγματική παραγωγή. Με αυτά τα νέα σχήματα, η ενίσχυση αποσυνδέεται από τις περικοπές ή τις τιμές αγοράς, ενώ παράλληλα εισάγεται ένα πλαίσιο αποδοτικής λειτουργίας των έργων».
Όπως εξήγησε στη συνέχεια ο καθηγητής, για την αποφυγή συνθηκών κορεσμού και συμφόρησης, οι αρμόδιες αρχές σχεδιάζουν την επέκταση των δικτύων και επενδύσεις στην αποθήκευση ενέργειας. «Το νέο πλαίσιο αποθήκευσης μπορεί να μειώσει τις περικοπές και να σταθεροποιήσει την αγορά, περιορίζοντας τη στοχαστικότητα και προσφέροντας μεγαλύτερη ασφάλεια στους επενδυτές».
Ειδικότερα, για την αποφυγή υπερφόρτωσης, ο ΔΕΔΔΗΕ εκπονεί πρόγραμμα αναβάθμισης του δικτύου διανομής με στόχο τον διπλασιασμό της ικανότητας υποδοχής νέων πόρων. «Είναι κρίσιμο να αποφευχθεί το φαινόμενο του overbooking, δηλαδή η αλόγιστη παροχή πρόσβασης χωρίς κατάλληλο προγραμματισμό, που θα οδηγήσει σε συμφόρηση», ανέφερε σχετικά.
«Η υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ θα επιφέρει περικοπές παραγωγής, που πλέον είναι αναπόφευκτες», σχολίασε κατηγορηματικά ο κ. Παπαθανασίου και πρόσθεσε ότι το ΕΣΕΚ σχεδιάζει την ανάπτυξη αποθήκευσης, που μειώνει τις περικοπές σε ποσοστά από 2% έως 80% ανάλογα με τις συνθήκες. «Η διαχείριση της συμφόρησης απαιτεί επίσης περιορισμούς για κάθε σταθμό ΑΠΕ, ώστε να αποδέχεται περιορισμούς σε περιόδους συμφόρησης, ενσωματώνοντας έτσι την προσέγγιση των «ευέλικτων συνδέσεων» (flexible connections). Στην Ελλάδα, το πλαίσιο για τις ευέλικτες συνδέσεις θεσπίστηκε με το Νόμο 4951/2022, άρθρο 10, που προβλέπει περιορισμούς για σταθμούς ΑΠΕ χωρίς αποθήκευση και για μονάδες καθαρής αποθήκευσης».
Από την πλευρά του, ο Δρ. Αθανάσιος Δαγούμας, Πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), αναφέρθηκε στην αγορά ενεργειακής απόδοσης κτιρίων καθώς και στην επέκταση των ψηφιακών υπηρεσιών στους καταναλωτές ενέργειας. Ο κ. Δαγούμας παρουσίασε τα νέα ψηφιακά εργαλεία που τέθηκαν σε δοκιμαστική λειτουργία από την ΡΑΑΕΥ, τα οποία σχετίζονται με το «Ενεργειακό Ισοζύγιο», την λεγόμενη, καμπύλη της πάπιας «The Duck Curve» (όπως είναι ο διεθνής όρος) και το «εκτιμώμενο πλεόνασμα ενέργειας». Όπως είπε, τα εργαλεία απευθύνονται σε όλους τους φορείς της ενεργειακής αγοράς, σε ερευνητές και αναλυτές που επιθυμούν να έχουν πιο ενδελεχή ανάλυση και γνώση της λειτουργίας της.
Στην ομιλία του, ο κ. Γιάννης Γιαρέντης, Διευθύνων Σύμβουλος του Διαχειριστή ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ), μίλησε για τον ρόλο του διαχειριστή στην επέκταση της αγοράς ΑΠΕ με επεκτάσεις νέας ισχύος. Όπως είπε, ο ΔΑΠΕΕΠ έχει διαφοροποιηθεί σε μια πολύ υγιή βάση, καθώς τα τελευταία πέντε χρόνια ανελήφθησαν κομβικής σημασίας πρωτοβουλίες, ενώ η συνολική διαχείριση του Διαχειριστή μετέβαλε ριζικά την προσέγγιση όλων στις ΑΠΕ. Ο κ. Γιαρέντης επανέλαβε το πόσο σημαντική ήταν η ολική επαναφορά της οικονομικής διαχείρισης, καθώς αποκαταστάθηκε η αβεβαιότητα από τις καθυστερήσεις στην πληρωμές που είχε γίνει καθεστώς και προβλημάτιζε τους δεκάδες χιλιάδες παραγωγών.
Επεσήμανε, μάλιστα, ότι η λύση προήλθε μετά τον εξορθολογισμό των οικονομικών του ΔΑΠΕΕΠ, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας και την απλοποίηση των διαδικασιών, που είχαν ως αποτέλεσμα οι ληξιπρόθεσμες οφειλές να έχουν μηδενιστεί, και επομένως, οι παραγωγοί να μπορούν να προγραμματίσουν τις επενδύσεις τους με βάση προβλέψιμες ροές εσόδων. Τέλος, έκανε ειδική μνεία στην ευρωστία του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) που χαρακτήρισε θεμελιώδη για τη διασφάλιση της ενεργειακής μετάβασης. Κατά τον κ. Γιαρέντη, δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί, εκτός και εάν διατηρηθεί η χρηματοοικονομική ευρωστία στον τομέα της ενέργειας.
Ακόμη, ο κ. Στεφάτος αναφέρθηκε στα θαλάσσια αιολικά πάρκα, τα οποία, όπως είπε, αποτελούν το επόμενο μεγάλο βήμα και πρόκληση για τη χώρα μας στην προσπάθεια να συμπληρώσει το ενεργειακό της μίγμα και να πετύχει την εξισορρόπηση της συνεισφοράς των ΑΠΕ σε όλη τη διάρκεια της ημέρας και όχι μόνο τις ώρες της ηλιοφάνειας. Υπ’ αυτή την έννοια, τόνισε, η ανάπτυξη των θαλάσσιων αιολικών πάρκων είναι προτεραιότητα. Τόνισε ότι τα τελευταία τρία χρόνια έχει γίνει μια αξιέπαινη προσπάθεια για να χωροθετηθούν τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, με κανόνες και με σαφείς προσδιορισμούς, καθώς το εγχείρημα αποτελεί μια εθνική στρατηγική προτεραιότητα για δύο λόγους.
Αφενός είναι απολύτως απαραίτητο για να εξασφαλίσουμε την μεσοπρόθεσμη αποτελεσματικότητα των ΑΠΕ, δηλαδή την οικονομική βιωσιμότητά τους και να κάνουμε την πράσινη μετάβαση, και αφετέρου γιατί αποτελεί ένα αναπτυξιακό πρώτο βήμα, με συνολικές επενδύσεις που εκτιμώνται μεταξύ €7.5-€11 δισ. ως το 2032.
Για να επιτευχθεί η ενεργειακή μετάβαση, το πιο σημαντικό κομμάτι στην αλυσίδα είναι τα δίκτυα διανομής. Χρειάζονται €67 δισ. κάθε χρόνο στα ευρωπαϊκά δίκτυα που με το σωστό ρυθμιστικό πλαίσιο μπορούν να μειωθούν στα €55 δισ. Η αύξηση της ηλεκτρικής κατανάλωσης παραμένει μια μεγάλη πρόκληση για να υπάρξει ισορροπία σε σχέση με την προσφορά, αλλά και για να μην δημιουργούνται προβλήματα με την ασφάλεια εφοδιασμού στην ΕΕ. Επίσης, η διαχείριση όλων των πηγών από υποσταθμούς έως την αποθήκευση, τα δίκτυα, τους μετρητές και πολλά άλλα είναι μια τεράστια πρόκληση σε σχέση με την ψηφιοποίηση του δικτύου.
Νέες Ενεργειακές Τεχνολογίες
Μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες συνεδρίες αφορούσε τις προοπτικές ανάπτυξης νέων ενεργειακών τεχνολογιών, όπως η περαιτέρω ψηφιοποίηση του ενεργειακού τομέα και οι επιπτώσεις από την είσοδο της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ), η εισαγωγή πράσινων καυσίμων, οι προοπτικές εφαρμογής τεχνολογιών CCUS, με κλάδους όπως η αεροπορία και η ναυτιλία να μην έχουν ακόμα προχωρήσει στο στάδιο της υιοθέτησης. Από την άλλη, η Ελλάδα μπορεί να παίξει κομβικό ρόλο στις νέες ενεργειακές τεχνολογίες, αφενός μέσω της εξαγωγής υδρογόνου, και αφετέρου μέσω της ενεργοποίησης του εν πολλοίς αναξιοποίητου εθνικού δυναμικού για το βιομεθάνιο.
Το βασικό συμπέρασμα από τη συζήτηση που αφορούσε στην συμβολή της Τεχνητής Νοημοσύνης στην ενεργειακή μετάβαση ήταν ότι τα κράτη θα πρέπει να ελέγξουν αποτελεσματικά και με μια σειρά στοχευμένες ρυθμιστικές παρεμβάσεις τις εξελίξεις σε αυτή, προτού καταστεί ανεξέλεγκτη.
Ειδικότερα, παρουσιάστηκαν τα τελευταία επιτεύγματα στον τομέα του ΑΙ, ιδίως ένα σύστημα που αξιοποιεί τους αλγόριθμους και το ΑΙ για να διαχειριστεί τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω του έγκαιρου εντοπισμού και της αντιμετώπισης ασυνήθιστων καιρικών φαινομένων ή έκτακτων συμβάντων, όπως είναι οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες που μαστίζουν όχι μόνο τη χώρα μας αλλά ολόκληρο τον πλανήτη.
Ακόμη, τονίστηκε ότι η ταχεία ανάπτυξη της Παραγόμενης Τεχνητής Νοημοσύνης επηρεάζει και μετασχηματίζει ήδη ξεχωριστούς τομείς της οικονομίας, ενώ οι εκτιμήσεις είναι ότι τα επόμενα χρόνια αυτή η επιρροή θα ενταθεί περισσότερο. Σύμφωνα με την Oxford Economics, η Παραγόμενη Τεχνητή Νοημοσύνη είναι πιθανό να αυξήσει το ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 1.4% στα επόμενα 15 έτη, χάρη στην ενίσχυση της παραγωγικότητας της εργασίας, καθώς και στην ενθάρρυνση επενδύσεων και δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη που αφορούν τις εφαρμογές ΑΙ.
Επίσης, η τεχνολογία CCUS αποτελεί μία ιδανική λύση για τις πιο ρυπογόνες βιομηχανίες, οι οποίες δεν μπορούν να μηδενίσουν τις εκπομπές άνθρακα αλλά επιθυμούν να συνεισφέρουν στις προσπάθειες απανθρακοποίησης. Ο συγκεκριμένος είναι ένας τομέας στον οποίο η Ελλάδα ήδη πρωτοπορεί, με την τσιμεντοβιομηχανία να έχει αναλάβει πολλές πρωτοβουλίες, αλλά και με το πρώτο μεγάλο έργο της Ανατολικής Μεσογείου, το οποίο βρίσκεται στον Πρίνο.
Μάλιστα, ο κ. Στεφάτος αναφέρθηκε στην ανάπτυξη ενός δικτύου μεταφοράς διοξειδίου του άνθρακα σε αποθήκες εκτός Ελλάδας και ειδικότερα σε Αίγυπτο και Ρουμανία. Όπως είπε, η ΕΔΕΥΕΠ έχει προτείνει ένα μεγάλο έργο για τη μεταφορά και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, που θα εξασφαλίζει σε επίπεδο εθνικού σχεδιασμού, επιπλέον δυνατότητα δέσμευσης και αποθήκευσης που θα απαιτηθεί τόσο από ελληνικές βιομηχανίες όσο και από βιομηχανίες γειτονικών χωρών.
Μόνο έτσι, τόνισε, «θα εξασφαλίσουμε ότι η χώρα μας θα έχει εκμεταλλευτεί ορθά την πρωτοπορία της στον τομέα αυτό ώστε να μεγιστοποιήσει τα οφέλη. Κάτι τέτοιο θα είναι σύντομα εφικτό γιατί οι Έλληνες ιδιοκτήτες πρωτοστατούν στη ναυπήγηση δεξαμενόπλοιων για τη μεταφορά υγροποιημένου διοξειδίου του άνθρακα». «Υπάρχει ήδη ένα σχέδιο για κεντρική συλλογή και διανομή υγροποιημένου διοξειδίου του άνθρακα σε μεγαλύτερες αποστάσεις και επίσης γειτονικές χώρες, όπως η Αίγυπτος και η Ρουμανία, είναι θετικές στο ενδεχόμενο συνεργασίας για τη διάθεση των επιπλέον αποθηκευτικών χώρων που θα χρειαστούν», κατέληξε.
Αναφέρθηκε στην ταχύτητα με την οποία η Ελλάδα προχωρά τις σχετικές επενδύσεις και σημείωσε ότι οι ελληνικές εταιρείες έχουν εξασφαλίσει κονδύλια για τη δέσμευση και αποθήκευση 3.5 εκατ. τόνων διοξειδίου του άνθρακα, όντας δεύτερη χώρα στην Ευρώπη πίσω από την Γερμανία που έχει εξασφαλίσει κονδύλια για 4.5 εκατ. τόνους ετησίως.
«Η Ελλάδα επέδειξε γρήγορα αντανακλαστικά, όταν το 2021 συμπεριέλαβε τη χρηματοδότηση της μετατροπής των εξαντλημένων κοιτασμάτων του Πρίνου στην Καβάλα σε μόνιμες αποθήκες διοξειδίου του άνθρακα, εξασφαλίζοντας 150 εκατ. μέσω του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης για να μπορέσει αυτό το έργο να γίνει πράξη. Το κρίσιμο αυτό έργο εκτιμάμε ότι θα μας δώσει τη δυνατότητα να αποθηκεύουμε 3 εκατ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο. Γιατί υπάρχουν βιομηχανίες στην Ελλάδα που δεν έχουν εναλλακτικές λύσεις ώστε να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και η αποθήκευση άνθρακα είναι απαραίτητη για να κρατήσουμε τη δραστηριότητά τους στη χώρα», είπε χαρακτηριστικά.
Όπως είπε, σε αυτές τις τεχνολογίες, όπως το CCS, τη μεγάλη πρόοδο την έχουν κάνει οι χώρες με παράδοση στον τομέα, όπως η Δανία, η Νορβηγία και το Ηνωμένο Βασίλειο, που διαθέτουν παραγωγή υδρογονανθράκων και χαρακτήρισε την Ελλάδα ως «Δανία της Μεσογείου», όσον αφορά στην ταχύτητα με την οποία προωθεί το έργο της αποθήκευσης άνθρακα.
Συμπεράσματα
Ο ενεργειακός τομέας αλλάζει ριζικά και ήδη σε Ευρώπη και Ελλάδα χαράσσεται η μετάβαση στο νέο ενεργειακό περιβάλλον που διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και τελευταία της σύγκρουσης Ισραήλ-Χαμάς στην Μέση Ανατολή, καθώς η ανάγκη για ενεργειακή θωράκιση της ΕΕ, και της Ελλάδας ιδιαίτερα, γίνεται όλο και πλέον αισθητή, εν μέσω των γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων. Είναι η μετάβαση προς την λιγότερο ρυπογόνο και έξυπνη ενέργεια με ευρεία χρήση καθαρών τεχνολογιών και την παράλληλη είσοδο της ψηφιακής τεχνολογίας, αποφασιστικός μοχλός και οδηγός στον ενεργειακό μετασχηματισμό. Είναι οι νέες ιδέες και οι καινοτόμες τεχνολογίες, που επιφέρουν σημαντικές αλλαγές, ενώ η ψηφιακή τεχνολογία διεισδύει σε κάθε δραστηριότητα και στην καθημερινή ζωή. Η ενέργεια καθίσταται πολύπλοκος τομέας και χαρακτηρίζεται από υψηλές επενδύσεις και κρίσιμες οικονομικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές και γεωπολιτικές παραμέτρους, καινοτομίες, έρευνα, μεταρρυθμίσεις στην αγορά με κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο.
Η Ελλάδα με την ηπειρωτική χώρα, τα νησιά και την θάλασσα προσφέρει μεγάλες ενεργειακές προκλήσεις, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπισθούν με σύνεση και τεχνική ωριμότητα, με κατάλληλη πολιτική και σχεδιασμό για την ανάπτυξη, μεγιστοποιώντας τα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη. Η υψηλή εξάρτηση της χώρας από εισαγωγές ενέργειας (υδρογονάνθρακες και ηλεκτρισμός) έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία και στην ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού, οπότε κύριοι στόχοι του στρατηγικού σχεδιασμού πρέπει να είναι η μείωση της εξάρτησης και ένας ανταγωνιστικός ενεργειακός τομέας, λαμβάνοντας υπόψη τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις.
Βασικοί άξονες πολιτικής αναδεικνύονται η επίτευξη ενεργειακής ασφάλειας, η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας, η ευρεία αξιοποίηση των ΑΠΕ και η λειτουργία μιας ανταγωνιστικής αγοράς. Μεγάλος μετασχηματισμός συντελείται στον ηλεκτρισμό με την είσοδο των ΑΠΕ και στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Οι ραγδαία εξελισσόμενες τεχνολογίες στις ΑΠΕ επιτυγχάνουν ιδιαίτερα χαμηλές τιμές με μια έντονα διεσπαρμένη παραγωγή που μετασχηματίζουν το δίκτυο και την αγορά και αναγκάζουν τις εταιρείες ηλεκτρισμού να αλλάξουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Το ηλεκτρικό δίκτυο μετασχηματίζεται με καινοτόμες τεχνολογίες για να ενσωματώσει την αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ με υψηλή απόδοση, αξιοπιστία και με νέες υπηρεσίες στους καταναλωτές, ενώ η αγορά μεταρρυθμίζεται και αναζητά εργαλεία για να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις για την λειτουργία της. Ο ηλεκτρισμός εξελίσσεται ως κύριος ενεργειακός φορέας με επέκταση των χρήσεων υποκαθιστώντας ορυκτά καύσιμα, καθώς διεισδύει σχεδόν παντού, όπως οι μεταφορές, η θέρμανση/ψύξη, κλπ., αποτελώντας και μοχλό ανάπτυξης.
Συμπερασματικά, το 28ο Συνέδριο «Ενέργεια και Ανάπτυξη 2024» του ΙΕΝΕ, με ευρεία συμμετοχή και λεπτομερή τεκμηρίωση των τρεχουσών εξελίξεων και των προσφερόμενων τεχνολογικών λύσεων, εξέπεμψε μία νότα αισιοδοξίας. Μία αισιοδοξία, η οποία στηρίζεται στις δυνατότητες που ομολογουμένως υπάρχουν σήμερα στον ελληνικό χώρο για την περαιτέρω ανάπτυξη του τομέα της ενέργειας. Μία ανάπτυξη, που θα προέλθει μέσα από επενδύσεις και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις με στόχο την αναμόρφωση και τον εξορθολογισμό στην λειτουργία της αγοράς. Κάτι που μπορεί να επιτευχθεί σε συνεργασία με τους αρμόδιους ελληνικούς και ευρωπαϊκούς φορείς και τις εταιρείες. Οι τελευταίες, χάρη στην υψηλή κατάρτιση των στελεχών τους και του δυναμισμού που τις διακρίνει, εμφανίζονται έτοιμες να ανταποκριθούν και να συμμετάσχουν στην αναμόρφωση του ρυθμιστικού και λειτουργικού πλαισίου που επιχειρείται αυτή την περίοδο. Το ΙΕΝΕ ήταν, είναι και θα είναι αρωγός σε αυτή την προσπάθεια.